Τενοντίτιδα στον δικέφαλο βραχιόνιο

Ο τραυματισμός στο τένοντα του βραχιόνιου δικεφάλου, είναι ένας πολύ συχνός τραυματισμός σε άτομα τα οποία εκτελούν επαναλαμβανόμενες κινήσεις με το χέρι τους, πάνω από το ύψος του ώμου (εναέριες κινήσεις). Τα άτομα αυτά διατρέχουν υψηλό κίνδυνο τραυματισμού, επειδή η εναέρια κίνηση προκαλεί σημαντική πίεση στην άρθρωση του ώμου και όταν ο συγκεκριμένος τραυματισμός αφεθεί χωρίς θεραπεία, τότε μπορεί να δημιουργηθεί χρόνια τενοντίτιδα των δικεφάλων, και να οδηγήσει σε εκφυλισμό και σχίσιμο, με αποτέλεσμα να χρειαστεί μέχρι και χειρουργική επέμβαση για την αποκατάσταση της σωστής λειτουργίας και την ανακούφιση από τον πόνο.

Ανατομία

Ο δικέφαλος βραχιόνιος είναι ένας ισχυρός μυς στην πρόσθια επιφάνεια του βραχίονα που καθώς συσπάται κάμπτει τον αγκώνα. Ο δικέφαλος βραχιόνιος είναι μοναδικός, διότι καταφύεται στην κερκίδα και επίσης εκφύεται μέσω δύο κεφαλών από την ωμοπλάτη (Εικόνα 1), δηλαδή διασχίζει τον ώμο και τον αγκώνα. Η μακρά κεφαλή του δικεφάλου διέρχεται από μια αύλακα «αύλακα του δικεφάλου» (Εικόνα 2),  στο πάνω μέρος του βραχιονίου οστού και στο πρόσθιο τμήμα του ώμου, πριν καταλήξει στην κορυφή της ωμογλήνης.

Εικόνα 1

Εικόνα 2

Για να υπάρχει φυσιολογικό εύρος κίνησης στην άρθρωση και χωρίς πόνο, το ενδοαρθρικό τμήμα του τένοντα, θα πρέπει να είναι ικανό να ολισθαίνει ελεύθερα μπρός και πίσω μέσα στην αύλακα του δικεφάλου. Με την πάροδο του χρόνου όμως και λόγο των επαναλαμβανόμενων εναέριων κινήσεων του χεριού, ο τένοντας μπορεί να ερεθιστεί και να δημιουργηθεί μια φλεγμονώδη κατάσταση η οποία ονομάζεται τενοντίτιδα δικεφάλου και στη συνέχεια να οδηγήσει σε ένα πολύ συγκεκριμένο τύπο δακρύρροιας, γνωστό ως SLAP (Superior Labrum από Anterior to Posterior), όπως απεικονίζεται στην Εικόνα 3.


Εικόνα 3

α άτομα τα οποία δεν ακολουθούν άμεσα μία θεραπευτική αγωγή και συνεχίζουν να εκτελούν τις καθημερινές τους δραστηριότητες νοιώθοντας πόνο,  επιδεινώνουν μια απλή περίπτωση τενοντίτιδας των δικεφάλων, και αυτό διότι η επαναλαμβανόμενη κίνηση μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω ερεθισμό των τενόντων και σοβαρότερο τραυματισμό.

Η χρόνια τενοντίτιδα προκαλεί τη διόγκωση του τένοντα και την απώλεια του ομοιόμορφου κυλινδρικού σχήματος του, εμποδίζοντας την ολίσθηση του μέσα στην «αύλακα του δικεφάλου», με αποτέλεσμα αυτός να φθαρεί  και να σχιστεί όπως παθαίνει ένα σκοινί όταν ολισθαίνει επαναλαμβανόμενα μέσα σε μία θήκη.

Εικόνα 4

Διάγνωση  

Οι ασθενείς που υποφέρουν από τραυματισμό δικεφάλου, συχνά διαμαρτύρονται για έναν θαμπό πόνο στον ώμο και συνήθως στην πρόσθια επιφάνεια του ώμου.

Τα πρώιμα συμπτώματα περιλαμβάνουν πόνο που ακτινοβολεί στο μπροστινό μέρος του ώμου και πλάι του βραχίονα. Επίσης ορισμένες περιστροφικές κινήσεις, όπως το να αφήσω κάτι στο πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου, ή να βγάλω μια στενή μπλούζα ή να προσπαθήσω να ακουμπήσω την πλάτη μου, μπορεί να επιδεινώσουν τον πόνο και να γίνει αιχμηρός και οξύς.

Το επόμενο στάδιο των συμπτωμάτων είναι η αδυναμία στον ώμο, καθιστώντας μάλιστα πολύ δύσκολο ακόμα και την τοποθέτηση ενός ελαφρύ αντικειμένου σε ένα ψηλό ράφι. Επίσης ένα πολύ συχνό σύμπτωμα είναι η  δυσκολία στον ύπνο, καθώς οποιαδήποτε κίνηση του βραχίονα κατά τη διάρκεια της νύχτας μπορεί να προκαλέσει οξύ πόνο.

Η διάγνωση ενός τραυματισμού δικεφάλου βασίζεται συνήθως σε μια κλινική εξέταση, κατά τη διάρκεια της οποίας  το εύρος της κίνησης είναι κανονικό, αν και κατά την εξέταση μπορεί να προκληθεί πόνος κατά την εσωτερική και εξωτερική περιστροφή.

Για τη διάγνωση της τενοντίτιδας των δικεφάλων, έχουν αναπτυχθεί πολλές δοκιμές όπως:

  • Η δοκιμή Yergason όπου κατά την εκτέλεση της, ο ασθενής προσπαθεί να κάμψει τον ώμο με τον αγκώνα εκτεταμένο, ενάντια στην αντίσταση, η δοκιμή είναι θετική αν προκληθεί πόνος στην «αύλακα του δικεφάλου» (Εικόνα 5)

Εικόνα 5

Η δοκιμασία του O’Brien όπου κατά την εκτέλεση της, ο ασθενής προσπαθεί να περιστρέψει εσωτερικά το βραχίονα με τον αντίχειρά του στραμμένο προς τα κάτω και στη συνέχεια, ο ασθενής προσπαθεί να περιστρέψει εξωτερικά την παλάμη του προς τα πάνω.  Η δοκιμή είναι θετική εάν υπάρχει πόνος καθώς περιστρέφουμε τον αντίχειρα προς τα κάτω, αλλά μειώνεται καθώς περιστρέφουμε την παλάμη προς τα πάνω (Εικόνα 6).


Εικόνα 6

Θεραπεία -Αποκατάσταση

Οι τραυματισμοί στο τένοντα του βραχιόνιου δικεφάλου, αντιμετωπίζονται αρχικά με συντηρητικό τρόπο, με ανάπαυση και μείωση ή παύση κάθε δραστηριότητας, η οποία επιβαρύνει το συγκεκριμένο σημείο. Ωστόσο, ο ασθενής θα πρέπει να κατανοήσει ότι οποιαδήποτε πρόωρη επιστροφή σε δραστηριότητα η οποία επιβαρύνει τον τραυματισμό του – ακόμα και με κινήσεις χωρίς επιπρόσθετο βάρος – μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη μακροπρόθεσμη ανάρρωσή του. Επίσης η παγοθεραπεία μπορεί  να βοηθήσει μειώνοντας τη φλεγμονή στον ώμο και  το πρήξιμο.

Η κανονική αποκατάσταση του ώμου ενός ασθενή περιλαμβάνει τρεις φάσεις: 1) τη φάση της ανάπαυσης. 2) ασκήσεις κινητικότητας 3) ασκήσεις ενδυνάμωσης.

  • Φάση 1: Στους ασθενείς όπου μετά από μία περίοδο ανάπαυσης δύο έως τεσσάρων εβδομάδων,, σταματήσει ο πόνος τότε μπορούν να επιστρέψουν αργά στις καθημερινές τους δραστηριότητες.
  • Φάση 2: Στόχος της φάσης αυτής είναι να ανακτήσουμε το φυσιολογικό εύρος κίνησης της ωμικής ζώνης, χωρίς δυσκαμψία ή πόνο σε οποιαδήποτε θέση κίνησης του ώμου.
  • Φάση 3: Να εφαρμόσουμε ένα ειδικό ασκησιολόγιο το οποίο βοηθά στο να αποφύγουμε περαιτέρω τραυματισμό του τένοντα, διότι το συγκεκριμένο ασκησιολόγιο μπορεί να εκτελεστεί έχοντας τους αγκώνες μας κοντά στο σώμα, πράγμα που βοηθά στο να μην επιβαρύνουμε περεταίρω τον τένοντα.

Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στην εξειδικευμένη ομάδα του «Functional Μovement» όπου με την κατάλληλη εκπαίδευση και εμπειρία μπορεί να αναλάβει την αποκατάσταση του τραυματισμού σας, αλλά και παράλληλα να εκπαιδεύσει το σώμα σας στο να κινείται σωστά και με ασφάλεια, προστατεύοντάς το από μελλοντικούς τραυματισμούς.

Μοιραστείτε το!

Αφήστε μια απάντηση