Κινητικός έλεγχος απαραίτητο μέρος μιας θεραπευτικής διαδικασίας

Όλες οι αρθρώσεις έχουν ένα ελάχιστο εύρος κίνησης εξαιτίας του οποίου μπορούμε και εκτελούμε τις καθημερινές μας δραστηριότητες, και το οποίο επηρεάζει τα χαρακτηριστικά της κίνησης, της υπό εκτέλεση δραστηριότητας. Όταν λέμε εύρος κίνησης δεν εννοούμε την ευκαμψία της άρθρωσης στην οποία εστιάζουν οι περισσότεροι για να βελτιώσουν την κίνηση ενός ασκούμενου, αλλά την κινητικότητα της άρθρωσης η οποία όχι μόνο διαφέρει από την ευκαμψία, αλλά συνήθως είναι και σημαντικότερη.

Τι όμως ορίζουμε ως ευκαμψία και τι ως κινητικότητα;

  • Ευκαμψία ορίζουμε το εύρος της κίνησης μιας συγκεκριμένης άρθρωσης, ενώ
  • Κινητικότητα ορίζουμε τον διαθέσιμο κινητικό έλεγχο στο τέλος του εύρους της κίνησης μιας συγκεκριμένης άρθρωσης, κατά την εκτέλεση μιας λειτουργικής δραστηριότητας.

Δηλαδή σύμφωνα με τους παραπάνω ορισμούς, οι περισσότεροι ασθενείς που θέλουν να αποκτήσουν μία σωστή κινητική λειτουργία στο τραυματισμένο μέλος τους, χρειάζεται να βελτιώσουν την κινητικότητα και όχι την ευκαμψία της άρθρωσης. Και αυτό γιατί, αν θέλουν να αποκτήσουν μία αποτελεσματική και λειτουργική κίνησή, χρειάζονται αποτελεσματικότερο και ποιοτικότερο έλεγχο στην κίνηση τους και κυρίως στο όριο του τελικού εύρους κίνησης, και όχι απλά μεγαλύτερο εύρος κίνησης.

Με λίγα λόγια αυτό που πρέπει να κάνουμε σε ένα ασθενή για να αποκτήσει μία αποτελεσματική κίνηση στο τραυματισμένο μέλος του σώματός του, δεν είναι μόνο να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε το εύρος κίνησης στο τραυματισμένο μέλος του, αλλά να εκπαιδεύσουμε το μέλος αυτό στο να εκτελεί λειτουργικές κινήσεις μέσα στο υπάρχον αυτό εύρος.

Για να γίνω ακόμα πιο κατανοητός θα αναφέρω ένα παράδειγμα.

Οι περισσότεροι από εμάς μπορούμε σχεδόν εύκολα να μιμηθούμε διάφορες κινήσεις που κάνουν οι αθλητές εν ώρα αγώνα, είναι όμως πολύ δύσκολο στις ίδιες θέσεις να κινηθούμε δυναμικά, ομαλά, ελεγχόμενα και με συντονισμό των απαιτούμενων αρθρώσεων και μυών. Αυτό σημαίνει ότι είναι προτιμότερο οι εμπλεκόμενοι σε μία δραστηριότητα μύες και αρθρώσεις να προσφέρουν καλό κινητικό έλεγχο, παρά να είναι ελαστικοί και να μην προσφέρουν καμία σταθερότητα και έλεγχο. Επιπρόσθετα, η ευκαμψία όχι μόνο δεν προστατεύει από τραυματισμούς, αλλά η υπερβολική ελαστικότητα στους μυς μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για τραυματισμό καθώς αυτό συμβαίνει σε βάρος της δυναμικής σταθερότητας των αρθρώσεων, η οποία είναι απαραίτητη για να αποκτήσουμε μία ελεγχόμενη κίνηση.

Βέβαια δεν είναι καθόλου εύκολο μία άρθρωση να αποκτήσει κινητικό έλεγχο, διότι κάθε άρθρωση έχει πολλούς βαθμούς ελευθερίας και σε κάθε άρθρωση υπάρχει σημαντικού βαθμού ενδοαρθρική κινητικότητα, η οποία μάλιστα δημιουργεί πολλούς και  διαφορετικούς συνδυασμούς αρθρικών κινήσεων. Επομένως γίνεται φανερό, ότι ό έλεγχος αυτών των κινήσεων είναι πρωταρχικής σημασίας  για τη δημιουργία χρήσιμης, ασφαλούς και αποτελεσματικής κινητικής συμπεριφοράς σε αντίθεση με την υπερβολική ελαστικότητα των μυών. Επίσης για την αποτελεσματική κινητική συμπεριφορά μίας άρθρωσης, είναι απαραίτητο η συγκεκριμένη άρθρωση να έχει την απαιτούμενη  σταθεροποίηση, κάτι το οποίο δεν είναι και το τόσο εύκολο να αποκτηθεί επειδή απαιτείται η συναρμογή (συνεργασία) όλων των μυϊκών αλυσίδων.

Παράδειγμα: Φανταστείτε όταν θέλουμε να πετάξουμε μια μπάλα. Αν ο κορμός  δεν είναι σταθερός, ενεργοποιώντας τους κοιλιακούς μύες ώστε να αποτελέσει σταθερό σημείο πρόσφυσης του μεγάλου θωρακικού μυός,  η αποτελεσματικότητα της κίνησης θα είναι αμελητέα ως προς τη δύναμη, την ακρίβεια και τον συντονισμό. Η αποφυγή αυτής της «μυϊκής συναρμογής» είναι κρίσιμο χαρακτηριστικό για την αποτελεσματικότητα της λειτουργικής κίνησης.

Μέσω του παραπάνω παραδείγματος αποδεικνύεται ότι ο κινητικός έλεγχος είναι απαραίτητος, για την εκτέλεση όλων των δραστηριοτήτων ακόμα και των πιο απλών, και ότι η απώλεια του επιδρά αρνητικά στην ποιότητα της κίνησης. Επιπρόσθετα οι μυϊκές αλυσίδες μπορούν να αποτελέσουν το υπόβαθρο μιας θεραπευτικής διαδικασίας, βασισμένης στη νευροφυσιολογική αρχή της ‘’αντανάκλασης΄΄ προκειμένου να επιτύχεις μυϊκή δραστηριότητα, κινητικό έλεγχο, σταθερότητα ή συντονισμό, ακόμα και σε  απομακρυσμένες περιοχές της κινητικής αλυσίδας, έχοντας την προϋπόθεση ότι η παραπάνω διαδικασία  πρέπει να είναι καθοδηγούμενη σύμφωνα με τον επιδιωκόμενο θεραπευτικό στόχο.

Στο functional movement, τα θεραπευτικά πρωτόκολλα που εφαρμόζουμε στηρίζονται στην απόκτηση του κινητικού ελέγχου από τον ασκούμενου, διότι με αυτόν τον τρόπο εκτός του ότι θα αποκτήσει τον έλεγχο του σώματός του και τον κινήσεων του, παράλληλα θα καταφέρει να σταθεροποιήσει και να συντονίσει την κίνηση του, στοιχεία πολύ σημαντικά τόσο για τη λειτουργικότητα και την αποδοτικότητα του σώματός του, όσον και για την προστασία του από μελλοντικούς μυοσκελετικούς πόνους και τραυματισμούς.  

Παγούνης Νικόλαος

Β.Sc Sport Science & Physical Education

M.Sc Kinisiology & Physical therapy

Πιστοποιημένος Αξιολογητής της Κίνησης &

της Αναπνοής του Ανθρώπινου σώματος

Μοιραστείτε το!

Αφήστε μια απάντηση