Άσκηση δε σημαίνει μόνο καίμε θερμίδες ή χτίζουμε μυς, Σημαίνει και αλλαγή στο ερέθισμα που στέλνουμε στο σώμα μας.
Η επικοινωνία και η ανατροφοδότηση ανάμεσα στον επαγγελματία της άσκησης και τον ασκούμενο, είναι σημαντική και απαραίτητη για ένα αποτελεσματικό και ασφαλές πρόγραμμα άσκησης. Η επικοινωνία αυτή μάλιστα βοηθάει και τους δύο: – Τον επαγγελματία της άσκησης γιατί πρέπει να γνωρίζει αν η άσκηση την οποία επέλεξε ενεργοποιεί τη σωστή μυϊκή ομάδα, κάτι που έχει πολύ μεγάλη σημασία στην αποτελεσματικότητα ενός θεραπευτικού προγράμματος άσκησης, και – Τον ασκούμενο γιατί είναι σημαντικό κατά την εκτέλεση της άσκησης, αυτός να αισθάνεται το σημείο του σώματος του το οποίο ενεργοποιείται, έτσι ώστε να μάθει να στέλνει το κατάλληλο ερέθισμα σε αυτό. Γιατί όμως όλη αυτή η διαδικασία είναι τόσο σημαντική; Γιατί πολλοί ασκούμενοι δεν μπορούν να ενεργοποιήσουν τη σωστή μυϊκή ομάδα κατά την εκτέλεση μιας άσκησης, λέγοντας πολλές φορές «δεν με πιάνει» η συγκεκριμένη άσκηση; Για να απαντήσουμε στα συγκεκριμένα ερωτήματα, θα πρέπει να αναφέρουμε την προσέγγιση Janda. Ο Janda εξαιτίας της εμπλοκής του κεντρικού νευρικού συστήματος στη μυϊκή ανισορροπία και στην αίσθηση του πόνου, ανέδειξε: α) τη σημασία των κεντομόλων νευρικών ιδιοδεκτικών ινών (των ινών δηλαδή που μεταφέρουν τις πληροφορίες από την περιφέρεια του σώματος στο ΚΝΣ), και β) πως τα μοτίβα της μυϊκής ανισορροπίας μπορούν να ερμηνευθούν εκτός από μία μυοσκελετική προσέγγιση και με μία νευρολογική προσέγγιση. Π.χ πως βλάβες στο νευρικό σύστημα, μπορούν να οδηγήσουν σε σύσπαση των καμπτήρων μυών και σε χαλάρωση των εκτεινόντων μυών. Σύμφωνα λοιπόν με την προσέγγιση Janda, οι μύες διακρίνονται σε δύο τύπους: Με απλά λόγια οι ορθοστατικοί μυς σε περιπτώσεις υπέρχρησης ή υπόχρησης ή τραυματισμού τείνουν να σφίγγουν, ενώ οι φασικοί μύες τείνουν να επιμηκύνονται και να χαλαρώνουν, ως απόκριση σε παρόμοιες καταστάσεις. Αυτές οι επιδράσεις όμως, μπορούν να οδηγήσουν σε μυοσκελετική ανισορροπία και αστάθεια της άρθρωσης, όπως και σε άλλα μυοσκελετικά προβλήματα. Λόγω του ότι το σώμα μας είναι ένα δυναμικό σύστημα (που σημαίνει ότι μπορεί να αλλάξει τον τρόπο λειτουργίας του), αυτό το κάνει να προσαρμόζεται στα πράγματα και στις δραστηριότητες τις οποίες του ζητάμε να κάνει. Εάν εμείς του ζητάμε να κάθεται σε ένα γραφείο όλη την ημέρα ή αν εμείς είμαστε αδρανείς, τότε αυτό μειώνει τη διάθεση του για τις γνωστικές και κινητικές του λειτουργίες και σιγά σιγά ο εγκέφαλος απενεργοποιεί τους φασικούς μύες, τους μύες δηλαδή της κίνησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα με την πάροδο του χρόνου να μην μπορούμε να ενεργοποιήσουμε σωστά αυτούς τους μύες, και να ζητάμε από τους ορθοστατικούς μύες να κάνουν τη δουλειά των φασικών μυών. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο πολλοί άνθρωποι ισχυρίζονται ότι κάποιες ασκήσεις δεν τους “πιάνουν”, διότι δεν μπορούν να ενεργοποιήσουν τους φασικούς μύες με τους οποίους πρέπει να εκτελέσουν την άσκηση. Υπάρχουν πάρα πολλοί ασκούμενοι, οι οποίοι σε μια λειτουργική άσκηση δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τους φασικούς μύες ως πρωταγωνιστές μύες και αυτό τους αποθαρρύνει στο να επιλέξουν και να εμπιστευτούν ένα θεραπευτικό πρόγραμμα άσκησης, ως μέσω θεραπείας ενάντια στους χρόνιους μυοσκελετικούς πόνους που τους ταλαιπωρούν. Στο functional movement, κατανοώντας το πόσο σημαντική είναι η έννοια των φασικών και των ορθοστατικών μυών και το πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν στη δημιουργία αλλά και στη διόρθωση των μυϊκών ανισορροπιών στο σώμα μας, χρησιμοποιούμε τα κατάλληλα μοτίβα κίνησης τα οποία ενεργοποιούν με το σωστό τρόπο, αυτούς τους δύο τύπους μυών. Αυτό γίνεται σε συνδυασμό με την ενεργοποίηση και τη συμμετοχή του ΚΝΣ, διότι άσκηση δεν σημαίνει μόνο καίμε μόνο θερμίδες ή χτίζουμε μυς, αλλά σημαίνει αλλαγή στο ερέθισμα που στέλνουμε στο σώμα μας. Αυτή μάλιστα είναι η πιο μεταμορφωτική πτυχή της άσκησης και κυρίως της θεραπευτικής άσκησης. Όλη αυτή η φιλοσοφία και οι λεπτομέρειες είναι που ξεχωρίζουν το functional movement, από τις υπόλοιπες μεθόδους άσκησης, και αυτό είναι που κάνει τους ασκούμενους μας να θεραπεύονται και να απαλλάσσονται από τους χρόνιους πόνους. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι τόσο δυναμικός και ισχυρός που έχει την ικανότητα να μαθαίνει και μάλιστα πολύ γρήγορα. Για να γίνει αυτό όμως σωστά και αποτελεσματικά θα πρέπει ο επαγγελματίας της άσκησης να έχει την κατάλληλη γνώση και εμπειρία, ώστε να δώσει όχι μόνο τα κατάλληλα ερεθίσματα, αλλά και τον κατάλληλο χρόνο ανάπαυσης, ώστε το νευρομυϊκό σύστημα να αλλάξει και μάλιστα η αλλαγή αυτή να μην είναι στιγμιαία, αλλά μόνιμη. Παγούνης Νικόλαος Β.Sc Sport Science & Physical Education M.Sc Kinisiology & Physical therapy International Certificate in Osteopathic and Chiropractic Manipulation Certified Medical Exercise Specialist